Ονομασία: Τζαμί Λελυπαρά / Μεχμέτ Αγά / Κατσηί Τζαμί
Δωρητής: Μεχμέτ Αγάς, γιος του Αλέξανδρου Λελυπαρά
Χρονολογία: 19ος αιώνας
Κατά τον 19ο αι., το τζαμί επεκτείνεται και παρουσιάζεται με διαφορετική κάτοψη. Στη δεύτερη οικοδομική του φάση εμφανίζεται στο ίδιο οικόπεδο, συνολικής έκτασης 2.119,71τ.μ.
Το λιθόκτιστο τέμενος καταλαμβάνει πλέον 236,40 τ.μ. και αποτελείται από δύο διαμερίσματα, το εξωτερικό (πρόναος) και το εσωτερικό (κυρίως ναός). Το σχήμα του κτίσματος απεικονίζεται μεικτό, καθώς επεκτάθηκε δημιουργώντας ένα χώρο στην είσοδο (προστώο) και αυξάνοντας τον χώρο της κύριας αίθουσας. Το ύψος του παραμένει στα 5μ.
Το Πτωχοτροφείο ήταν διώροφο. Ο άνω όροφος αποτελούνταν από 3 δωμάτια και προθάλαμο ενώ ο πρώτος όροφος από ένα δωμάτιο, μία αποθήκη, κουζίνα και αποχωρητήριο. Τα Πτωχοτροφεία ή Ιμαρέτ (η λέξη προέρχεται από τα τουρκικά : imaret) ήταν δημόσια εστιατόρια που παρείχαν δωρεάν τροφή σε συγκεκριμένες ομάδες ανθρώπων και αποτελούσαν μέρος ενός βακουφίου, το οποίο συνήθως περιλάμβανε τζαμί και ξενώνες.
Ο Μεντρεσές (από το Αραβικό madrasah), ίδρυμα μόρφωσης , κοσμικό ή θρησκευτικό, γνωστό και ως ιεροδιδασκαλείο ή ιεροσπουδαστήριο, βρισκόταν στα Δ. του Τεμένους. Αποτελούνταν από έντεκα (11) λιθόκτιστα δωμάτια, τα ονομαζόμενα κελιά, συνολικού μήκους 70μ. και πλάτους 6μ., συνολικής επιφάνειας 699,50τ.μ. τα κελιά ήταν λιθόκτιστα και θολοσκεπαστά. Τα δέκα κελιά ήταν ισόγεια και μονόχωρα. Το κεντρικό κελί, ήταν διώροφο και θολοσκεπές. Δεν αποκλείεται η πιθανότητα να υπήρχε ένα κτίσμα με παρατακτική τοποθέτηση ορθογώνιων, διώροφων, θολοσκεπαστών μονάδων, με κλιμακοστάσιο, ανά δύο, επιβεβαιώνοντας την θεωρία ότι ο Μεντρεσές του Τεμένους Μεχμέτ Αγά ήταν ο μεγαλύτερος μέχρι σήμερα γνωστός στα Ιωάννινα και ο μοναδικός με διώροφα κελιά. Κοντά στο Ιμαρέτ και τον Μεντρεσέ υπήρχε και το φρέαρ του Τεμένους.
Στα κτίσματα συνοδείας του Τεμένους θα πρέπει να συμπεριληφθεί και η οικία του Μουφτή, στα Ν., μία διώροφη οικία με αυλή και κήπο, συνολικής εκτάσεως 538,26 μ2. Στα ΒΔ υπήρχε και το αντίστοιχο νεκροταφείο. Όλο το οικόπεδο περιέτρεχε περίβολος με θύρα.
Το Τεμένος, με τα κτήρια Συνοδείας του αποτελούσαν τμήμα του Αφιερώματος (Vakfname) του Λελυπαρά Μεχμέτ Αγά. Η έκτασή του και η θέση του, σε γήλοφο, σε πυκνοκατοικημένο κεντρικό σημείο, σε άμεση γειτνίαση με το διοικητικό και εμπορικό τμήμα της πόλης, αλλά και τα σημαίνοντα εκπαιδευτικά ιδρύματα της περιόδου (Yanya Hamidiye Kız Rüşdiyesi, Αρρεναγωγείο και Mekteb-I Idadi-i Mulkisi (Lisesi)), μαρτυρά την κοινωνική θέση της οικογένειας και την οικονομικής της ευρωστία.
Το Οθωμανικό Παρθεναγωγείο (Yanya Hamidiye Kız Rüşdiyesi) και ο μιναρές του Τεμένους Λελυπαρά Μεχμέτ Αγά. Φωτογράφος Αλκιβιάδης Μ. Λαμπρινός, Ίδρυμα Ι.&Ε. Γκανή, Ιωάννινα 2019.
Ο Ελληνικός στρατός εισέρχεται νικητής στα Ιωάννινα.
Τα Ιωάννινα είναι πλέον ελεύθερα μετά από σχεδόν 5 αιώνες οθωμανικής κατάκτησης.
Το 1923 με τη Συνθήκη της Λωζάνης άρχισαν οι ανταλλαγές πληθυσμών, η εκκαθάριση περιουσιών και οι διανομές αυτών. Μεταξύ της Μ. Βρετανίας, Γαλλίας, Ιταλίας, Ιαπωνίας, Ελλάδας, Ρουμανίας, Βασιλείου των Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων αφ’ ενός και της Τουρκίας αφετέρου συντάχθηκε και υπογράφηκε η Συνθήκη της Λωζάνης.
Ανάμεσα στις Συμβάσεις, Δηλώσεις και Πρωτόκολλα που υπεγράφησαν, περιλαμβάνονταν και η Σύμβαση περί ανταλλαγής Ελληνικών και Τουρκικών πληθυσμών.
Με απόφαση της Μικτής Επιτροπής Ανταλλαγής (Ιούνιος 1924), τέθηκαν στη διάθεση της τότε Ελληνικής Κυβέρνησης οι περιουσίες των μουσουλμάνων που απελάθηκαν και η διαχείριση της Ανταλλάξιμης Περιουσίας ανατέθηκε λίγο αργότερα στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος (ΕΤΕ).
Το Αφιέρωμα του Λαλπαρέ Μεχμέτ Αγά, υπό την επίβλεψη των Βακουφίων Ιωαννίνων, εκκαθαρίστηκε νομίμως, σύμφωνα με την από 30 Ιανουαρίου 1923 Ελληνοτουρκική Σύμβαση περί ανταλλαγής των πληθυσμών και αποδόθηκε στη διαχείριση της ΕΤΕ.
Το 1924 το Λύκειο Ελληνίδων Ιωαννίνων καταθέτει αίτημα στη Γενική Διοίκηση Ηπείρου ώστε να μισθώσει το κτήριο του τζαμιού Μεχμέτ Αγά, το οποίο μετά την Απελευθέρωση, χρησιμοποιούνταν ως αποθηκευτικός χώρος. Το Λύκειο Ελληνίδων Ιωαννίνων, αποτελεί ένα από τα τρία παλαιότερα παραρτήματα, με έτος ίδρυσης το 1921, μαζί με τα παραρτήματα Βόλου (1920) και Πύργου (1922). Είχε σαν προτεραιότητα την μέριμνα για τους πρόσφυγες και την ίδρυση του «Κυριακού Σχολείου», όπου στην αρχή φοιτούσαν 70 άπορα κορίτσια, και της Οικοκυρικής Σχολής , όπου παρείχαν διδασκαλία κοπτικής και εργοχείρου. Προέδρος του Λυκείου την περίοδο αυτή ήταν η Μαρί Βεργιώτη- Πυρσινέλλα, σύζυγος του Δημάρχου Βασιλείου Πυρσινέλλα (1921-1929).
Η χρήση του χώρου από το Λύκειο θα προοριζόταν για παροχή εργασίας στους άπορους πρόσφυγες και για την διαπαιδαγώγηση αυτών. Το Λύκειο Ελληνίδων από τις 10 Σεπτεμβρίου 1924 εγκαταστάθηκε στο πρώην μουσουλμανικό Τέμενος του Μεχμέτ Αγά. Στις 19/12/1926 η Μουσουλμανική Κοινότητα Ιωαννίνων παρέδωσε στην Εθνική Τράπεζα Ελλάδος το οικόπεδο και το κτήριο του τεμένους Μεχμέτ Αγά με συνολική έκταση 2.119,71τ.μ. επί των συνορευόμενων οδών Μ. Μπότσαρη και Βασιλίσσης Όλγας. Δόθηκε στο Λύκειο Ελληνίδων, με καταβολή ενοικίου, από τον Οικονομικό Έφορο Ιωαννίνων, με ρητή υπόσχεση των αρχών ότι το Λύκειο θα μπορούσε να προβεί σε αγορά του κτηρίου με την ολοκλήρωση των νόμιμων διαδικασιών διαχείρισης των περιουσιών. Με βάση αυτή την υπόσχεση το Λύκειο Ελληνίδων προχώρησε σε επισκευές του χώρου, επισκευή σκεπής, πατώματος, πόρτας και παραθύρων καθώς το κτήριο ήταν σε ετοιμόρροπη κατάσταση.
Το Λύκειο Ελληνίδων χρησιμοποιούσε το κτήριο για τις διαλέξεις του, για τη Σχολή Ζωγραφικής, Μουσικής και εγχώριων χορών καθώς και για το Κυριακόν Σχολείο Απόρων που διοργανωνόταν κάθε χειμώνα.
Το 1928 το Υποκατάστημα της Εθνικής Τράπεζας Ιωαννίνων ενημερώνει το Κεντρικό Κατάστημα Αθηνών για την ετοιμόρροπη και επικίνδυνη κατάσταση του μιναρέ του Τεμένους Μεχμέτ Αγά και ζητάει την άδεια για την κατεδάφιση του. Η ΕΤΕ δίνει την άδεια κρίνοντας σωστούς τους λόγους στις 22 Μαρτίου 1928. Στις 29 Μαρτίου 1928, μετά από αυτοψία του χώρου του Τεμένους και ιδιαίτερα του Μιναρέ, από το Αστυνομικό Τμήμα Ιωαννίνων δόθηκε η συναίνεση για την κατεδάφισή του αφού κρίθηκε επικίνδυνος.
Στις 19 Απριλίου 1928 το Αστυνομικό Τμήμα Ιωαννίνων στέλνει ενημερωτική επιστολή στο Υποκατάστημα της Εθνικής Τράπεζας Ιωαννίνων, για την πιθανότητα υποβολής μηνύσεων, σε περίπτωση περαιτέρω καθυστέρησης από μέρους τους. Έτσι, στις 6 Μαΐου 1928, η ΕΤΕ προκηρύσσει μειοδοτικό διαγωνισμό για την κατεδάφιση του μιναρέ του Τεμένους Μεχμέτ Αγά, που χρησιμοποιείται από το Λύκειο Ελληνίδων και μέσα στις επόμενες μέρες υπογράφεται το ιδιωτικό συμφωνητικό μεταξύ του Διευθυντή του Υποκαταστήματος Ιωαννίνων και εκπροσώπου της ΕΤΕ κ. Λιβαδέως, και του εργολάβου Θεόδωρου Μανουσαρίδου για την κατεδάφιση του μιναρέ. Το ιδιωτικό συμφωνητικό όριζε το ποσό της αμοιβής σε δραχμές και την ολοκλήρωση του έργου εντός 8 ημερών.
Η κατεδάφιση του μιναρέ θα γινόταν μέχρι το τμήμα της σκεπής του Τεμένους, ώστε να μην δημιουργηθεί οποιοδήποτε πρόβλημα ή βλάβη στο υπόλοιπο κτίσμα.
Στις 18 Απριλίου 1929 στη συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου αναγνώσθηκε προυπάρχων έγγραφο (1928), του Γενικού Διοικητή Ηπείρου «Διαταγή της Γενικής Διοίκησης Ηπείρου περί ίδρυσης Βιβλιοθήκης στην πόλη των Ιωαννίνων και περί συλλογής των βιβλίων των άλλοτε Βιβλιοθηκών Ζωσιμαδών, της τέως Τουρκικής Λέσχης και λοιπών ιδρυμάτων». Συμπληρωματικά αναγνώσθηκε και η αίτηση του Φοιτητικού Συλλόγου, από τις 10 Νοεμβρίου 1928, για την ίδρυση της Βιβλιοθήκης Ο προεδρεύων Αντιπρόεδρος Γ. Ρώιμπας, επισήμανε την επιτακτική ανάγκη ίδρυσης Βιβλιοθήκης ώστε να εξοικειωθεί η νεολαία και ο λαός με την «ευγενή» απασχόληση της μελέτης κατά την ώρα της Σχολής. Προτείνουν δε να διατεθεί το πρώτο κονδύλιο του παρόντος έτους το οποίο θα προορίζεται για την αγορά βιβλίων και την περισυλλογή των περισωζομένων βιβλίων των άλλοτε βιβλιοθηκών της πόλης. Το Δ.Σ αποφάσισε παμψηφεί την ίδρυση της Δημοτικής Βιβλιοθήκης και όρισε ως Έφορό της τον Αντιπρόεδρο Γ. Ρώιμπα, ώστε να μεριμνήσει στον τρόπο κατάρτισης της Βιβλιοθήκης και να αποδεχθεί τη δωρεά βιβλίων εκ μέρους του Δήμου. Επίσης θα αναλάβει την ευθύνη να καταρτίσει Οργανισμό της Βιβλιοθήκης μετά την ίδρυση της.
Στις 12 Οκτωβρίου 1929 ο Δήμαρχος Ιωαννίνων κ. Δημήτρης Βλαχλείδης στέλνει έγγραφο στο Υποκατάστημα της ΕΤΕ Ιωαννίνων και αναφέρει τη μελέτη σύστασης δύο ιδρυμάτων, αυτό της Λαϊκής Βιβλιοθήκης και αυτό του Βυζαντινού Μουσείου, ενώ κατάλληλα για στέγαση κρίθηκαν δύο από τα ανταλλάξιμα κτήματα, το πρώην Τέμενος του Μεχμέτ Αγά, όπου στεγάζεται το Λύκειο Ελληνίδων και το πρώην τέμενος του Ασλάν Πασά αντίστοιχα. Ο Δήμος παρακαλεί την ΕΤΕ να δώσει τη δυνατότητα αγοράς σε αυτόν είτε μέσω εκτιμήσεως, είτε, εφόσον ο νόμος το επιτρέπει μέσω πλειοδοτικού διαγωνισμού.
Στις 4 Ιανουαρίου 1930 ο Δήμαρχος ενημερώνει εγγράφως το Υποκατάστημα ΕΤΕ Ιωαννίνων για την Απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου περί αγοράς των πρώην Τεμενών Μεχμέτ Αγά, νυν γραφείο Λυκείου Ελληνίδων και Ασλάν Πασά. Η ΕΤΕ, στις 8 Ιανουαρίου 1930, ενέκρινε την απευθείας πώληση στο Δήμο και το αντίτιμο ορίστηκε από τους εκτιμητές της Τράπεζας. Παράλληλα, στις 16 Ιουνίου, η Ένωση Δήμων Ελλάδας, με έγκριση ψηφισμάτων της Γενικής Διοίκησης, επιτρέπει στο Δήμο Ιωαννιτών την αγορά του τεμένους Μεχμέτ Αγά και στις 30 Ιουλίου 1930, στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης (Τεύχ. Α’, Αρ. Φύλλου 238) δημοσιεύθηκε το Διάταγμα περί Αγοράς & Σύστασης Υποθήκης του κτήματος επί της οδού Μ. Μπότσαρη από τον Δήμο Ιωαννιτών.
Στις 20 Αυγούστου 1930 υπογράφεται το Συμβόλαιο Αγοραπωλησίας του κτιρίου του Τεμένους, του Συμβολαιογράφου Ιωαννίνων Δ. Λιάσκου, μεταξύ της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (ΕΤΕ) και του Δήμου Ιωαννιτών.